top of page
IMG1336 - Αντίγραφο.jpg

Οι δύο όψεις μιας "Λαυρεωτικής γλαύκας" του αργύρου αθηναϊκού τετράδραχμου, που ήταν το "ισχυρό νόμισμα" του αρχαίου κόσμου, κατασκευασμένο από το ασήμι των ορειχείων του Λαυρίου. Νομισματικό Μουσείο Αθηνών, περ. 390-295 π.Χ. 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 

   Οι περιοχές της ευρύτερης ορεινής και παραλιακής Λαυρεωτικής η Καμάριζα, Σούριζα, Μεγάλα Πεύκα, Αγριλέζα, Θορικό Πλάκα, Κερατέα και η Ανάβυσσος περιλαμβάνονται στις πιο αξιόλογες του κόσμου επειδή είναι ιστορικά συνδεδεμένες με την μεταλλουργεία και την ανάλογη οικονομική δραστηριότητα η οποία αναπτύχθηκε εκεί από το 3.000 π.Χ. και κορυφώθηκε τον 5ο και 4ο π.Χ αιώνα. Με την καταστροφή του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού η Λαυρεωτική σίγησε για 19 αιώνες και επανήλθε με την βιομηχανική ανάπτυξη και την ανακάλυψη των αρχαίων μεταλλευτικών εγκαταστάσεων και των υπολειμμάτων τους δηλαδή οι εκβολάδες, σκουριές και τα μεταλλοπλυντήρια.

   Το αρχαιοελληνικό δαιμόνιο, η δημιουργική φαντασία, οι γνώσεις γεωλογίας, ορυκτολογίας και πυροτεχνουργίας συνδυάστηκαν στη Λαυρεωτική γη για να υπηρετήσουν τον Κυκλαδικό, Μινωικό, Μυκηναϊκό και Κλασικό πολιτισμό. Από τις υπόγειες στοές του Λαυρείου ξεκίνησε το μεγαλείο του Χρυσού Αιώνος της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Από το ασήμι του Λαυρείου κατασκευάσθηκαν οι 200 τριήρεις με τις οποίες οι Έλληνες συνέτριψαν τον περσικό στόλο στην Σαλαμίνα.

      Όταν στο Σούνιο αντικρίζεις το ναό του Ποσειδώνος διακατέχεσαι από το φωτεινό απολλώνιο φως του λόγου του ρυθμού και της αρμονίας. Όταν δε βρεθείς μέσα στα έγκατα της γης στις μεταλλευτικές στοές της Λαυρεωτικής, σου προξενείτε ένα σκοτεινό δέος από τα όρια της ανθρώπινης αντοχής και μόχθου.

IMG1567.jpg

Ερείπια του ιερού Αθηνάς Σουνιάδος, Σούνιον.Υπέρυθρο αναλογικό φιλμ

IMG0329.jpg

Ιερό του Ποσειδώνος, Σούνιον. Υπέρυθρο Α/Μ φιλμ Kodak

007.JPG

   Στην Λαυρεωτική συναντώνται όλες οι πτυχές της κοινωνικής οργάνωσης, της αρχιτεκτονικής, της θρησκευτικής και θεατρικής τέχνης. Η Λαυρεωτική μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ένα απέραντο αρχαίο βιομηχανοστάσιο με τις αμέτρητες μεταλλευτικές στοές, τις υδατοδεξαμενές, τα μεταλλοπλυντήρια και τα καμίνια.

   Αν και τα κοιτάσματα του αργυρούχου μολύβδου έχουν εξαντληθεί, υπάρχουν πάντα εκεί, σαν ανεξάντλητα κοιτάσματα, τα τεχνολογικά και πολιτιστικά μνημεία που μας άφησαν οι πρόγονοί μας. Χρέος μας είναι η διατήρηση και η προστασία τους.

   ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΣΟΥΝΙΟΥ

   Στην ενδοχώρα της Λαυρεωτικής βρίσκεται ο Εθνικός Δρυμός Σουνίου. Ιδρύθηκε το 1971, έχει συνολική έκταση 37.000 στρέμματα. Ολόκληρος ο χώρος παρουσιάζει γεωλογικό-μεταλλευτικό, παλαιοντολογικό και αρχαιολογικός ενδιαφέρον.

   Ο Εθνικός Δρυμός Σουνίου αν και απέχει μόλις 50 χλμ από το κέντρο της Αθηνάς, εν τούτοις παραμένει άγνωστος στο ευρύ κοινό.  Οι περισσότεροι γνωρίζουν τις σύγχρονες εγκαταστάσεις μεταλλείων της Γαλλικής εταιρείας, εγκαταλελειμμένες πλέον από την εξάντληση των μεταλλευμάτων.  Ο χώρος είναι εύκολα προσπελάσιμος και υπάρχουν αρκετοί δασικοί δρόμοι για να τους διασχίσει κανείς με όχημα ή πεζός.  

   Το μεγαλύτερο μέρος του Δρυμού καλύπτεται από πευκοδάση του είδους  Pinus halepansis και θερμομεσογειακούς θαμνώδεις, πουρνάρια, σχίνα, κουμαριές, και λυγαριές. Υπάρχουν επίσης τα κυπαρίσσια  (Juniperus phoenicea), οι αγριελιές, τα αμπέλια, και βότανα όπως θυμάρι, θρούμπι και κάππαρη (ασπάλαθος).

   Δυστυχώς όμως αυτοί οι πνεύμονες της γης έχουν καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό, κατά τη βιομηχανική ανάπτυξη του περασμένου αιώνος και από τις εμπρηστές (όπως άλλωστε είναι πλέον σύνηθες να συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια). Ευτυχώς όμως στο πείσμα της τελευταίας καταστροφικής πυρκαγιάς του 1985 το δάσος της Λαυρεωτικής αναγεννιέται φυσικά. Το πεύκο γεννιέται από τις στάχτες του, αλλά πόσες φορές μπορεί να αναγεννηθεί, στο τέλος θα γίνει σαν τον Υμηττό. Η πευκοθάλασσα επιμένει να υπάρχει και με τον άνεμο κυματίζει το ενδημικό είδος κενταύριας (Centaurea laureotica). Οι ανεμώνες συνεχίζουν να ανθίζουν σαν ελπίδα για καλύτερο μέλλον.

Κούρος που βρέθηκε στο ιερό του Ποσειδώνος Σουνίου, του τέλους του 7. π.Χ.αι. ύψους 3,05 μέτρων.

025sounio.JPG

Ανάγλυφο αναθηματικό από το ιερό της Αθηνάς Σουνιάδος. Παριστάνει νέο νικητή σε πανελλήνιους αγώνες, ο οποίος έστρεφε την κόμη του με το στεφάνι της νίκης, του οποίου τα φύλλα ήταν μπρούντζινα, όπως φαίνεται από τη σειρά των οπών στο κεφάλι. Χρονολογικά ανήκει στους αμέσως μετά τα μηδικά χρόνια.

Αντίγραφο του IMG4768.jpg

Τμήμα ελικοειδές πλυντήριο από λευκό μάρμαρο κάτω από την σκιά των πεύκων. Μεγάλα Πεύκα

   Η πανίδα βεβαίως και τα πτηνά έχουν περιοριστεί εξαιτίας του άλογου και παράνομου κυνηγιού. Σήμερα συναντάμε την αλεπού, το τσακάλι, λαγό, σκαντζόχοιρο και άλλα μικρά θηλαστικά και ερπετά. Κατά τους προϊστορικούς χρόνους υπήρχαν ελάφια, αρκούδες, αγριογούρουνα, και ο έλεφας ο νάνος σύμφωνα με τους σκελετούς που βρέθηκαν. Ακόμα και στα πρακτικά μιας δίκης του 1840 αναφέρεται ότι ένας δασοφύλακας είχε σκοτώσει μέσα σε δύο χρόνια 30 αγριογούρουνα. Κατά την ίδια εποχή ο βασιλιάς Όθων κυνηγούσε με συνοδεία στη Λαυρεωτική. Μεγάλος ο εμπρηστής της Λαυρεωτικής υπήρξε ο Serpieri ο οποίος με αποικιοκρατική νοοτροπία το 1872 κατέστρεψε τα δάση, για να λειτουργήσει την μεταλλευτική βιομηχανία του. Όμως η γη της Λαυρεωτικής είναι αγέραστη, τα πεύκα υπάρχουν και σήμερα αλλά χρειάζονται την αγάπη και την προστασία τους.

Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

 

   Η γεωλογική κατασκευή της Λαυρεωτικής είναι όμοια με της Αττικής, δηλαδή στρώματα μαρμάρων και ασβεστόλιθων εναλλάσσονται με στρώματα σχιστόλιθων, διασχιζόμενα από φλέβες ορυκτών. Τα πετρώματα της Λαυρεωτικής ανήκουν στην Αττικο-κυκλαδική τεκτονική ζώνη και διακρίνονται σε μεταμορφωμένα ιζηματογενή και σε εκρηξιγενή πετρώματα.

   Παρουσιάζεται η εξής διάταξη πετρωμάτων από τα βαθύτερα στρώματα προς τα επιφανειακά:

   1) Δολομητικός σχιστόλιθος του Υμηττού, αγνώστου βάθους, υπόβαθρο των Λαυρεωτικών στρωμάτων.                                                                                     2) Κατώτερο μάρμαρο, πάχους 500 μέτρων.

   3) Κατώτερος σχιστόλιθος πάχους 250 μ. με ορισμένα μέρη φυλλίτου το οποίο αποσαθρωμένο μεταβάλλεται σε φυτική γη.

   4) Ανώτερο μάρμαρο 200 μ. και όμοιο με το κατώτερο μάρμαρο, Προκαμβικής περιόδου  με ατελή απολιθώματα.

   5) Ενδιάμεσος σχιστόλιθος πάχους 50μ

   6) Κατώτερος ασβεστόλιθος πάχους 50μ. Τριασικής περιόδου.

   7) Ανώτερος σχιστόλιθος πάχους 200 μ. Παλαιοκρητιδικής (Ιουρασικής) περιόδου. Το πέτρωμα αυτό είναι ίδιο με τον αργιλικό μαρμαρυγιακό     σχιστόλιθο της Αθήνας.

   8)Ανώτερος ασβεστόλιθος του Λυκαβηττού Νεο-κρητιδικής περιόδου, όπως αποδεικνύουν τα εγκλεισμένα εις αυτόν απολιθώματα ιππουριτών και     9)Τριτογενείς και τεταρτογενείς αποθέσεις συμπληρώνουν την όλη σειρά, ιδίως στα χαμηλά και πεδινά μέρη μη αφήνοντας να φανούν παρά μόνο  οι σχιστόλιθοι, τα λευκά στρώματα ασβεστόλιθων και μαρμάρων που είναι από τα επιφανειακά επικρατούντα πετρώματα της Λαυρεωτικής.

     Η γεωτεκτονική κατασκευή της Λαυρεωτικής δε είναι ενιαία. Αυτό οφείλεται στις Αλπικές πτυχώσεις και στις μετακινήσεις των στρωμάτων οπότε τα δημιουργηθέντα ρήγματα συμπληρώθηκαν με μεταλλοφόρο μάγμα. Μετά την στερεοποίηση του αρχικού μάγματος, επακολούθησε και δεύτερη έκρηξη, όπως αποδεικνύουν οι μετακρηξιγενείς σχηματισμοί, που διασχίζουν ως μεταλλευτική φλέβα την περιοχή του σάγματος.

Αντίγραφο του IMG4741.jpg
Αντίγραφο του IMG2140.jpg
Ηλιοβασίλεμα από την κοιλάδα Βερτζέκου. Στο βάθος το νησί του Πατρόκλου

Σοροί εκβολάδων δίπλα στις μεταλλευτικές στοές, Σούριζα

       ΟΡΥΚΤΟΛΟΓΙΑ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

 

   Τα μεταλλοφόρα κοιτάσματα του Λαυρείου ανήκουν στην κατηγορία των μικτών μαγματικών κοιτασμάτων. Γεννήθηκαν από τις πνευματολυτικές και υδροθερμικές επιδράσεις του μάγματος. Όλη η περιοχή της Λαυρεωτικής αποτελεί ένα απέραντο υπαίθριο ορυκτολογικό μουσείο παρουσιάζοντας μία θαυμαστή εικόνα ποικιλίας μια θαυμαστή εικόνα ποικιλίας ορυκτών. Από τα 5.470 είδη ορυκτών που έχουν μέχρι σήμερα καταγραφεί στη γη (τα 5.237 αναγνωρίζονται επίσημα από την Διεθνή Ορυκτολογική Ένωση (ΙΜΑ), περίπου 700 προέρχονται από την περιοχή του Λαυρείου, ήτοι το 10% περίπου των ορυκτών που συνθέτουν το γήινο φλοιό. Κάθε χρόνο ανακαλύπτονται και νέα ορυκτά από την περιοχή της Λαυρεωτικής τα οποία αναγνωρίζονται διεθνώς από την ΙΜΑ ως παγκοσμίως πρωτότυπα ορυκτά. Έτσι η Λαυρεωτική κατατάσσεται μεταξύ των πρώτων περιοχών στον πλανήτη σε αριθμό καταγεγραμμένων ορυκτών.. Ορισμένα εξ αυτών που έχουν βρεθεί για πρώτη φορά εδώ, όπως ο Κτενασίτης, ο Λαυριονίτης, ο Σερπιερίτης, ο Παραλαυριονίτης, κ.α.  Τα ορυκτά του Λαυρίου, σε όποιο μουσείο του κόσμου κι αν ευρίσκονται, αποτελούν σημαντικό τμήμα της Παγκόσμιας Ορυκτολογικής και γεωλογικής Κληρονομιάς. Δικαίως επομένως η Λαυρεωτική χαρακτηρίζεται ως το “El Dorado”  της ορυκτολογίας.

Αντίγραφο του 143.JPG

Γαληνίτης, Ορυκτολογικό Μουσείο Καμάριζας ή Άγιος Κωνσταντίνος. Σπουδαιότατο ορυκτό του μολύβδου. Περιέχει και άργυρο (100 περίπου γραμμάρια κατά τόνο

715px-Annabergite-Grece-1Didier Descouen

Αναβεργίτης

   Τα μεταλλεύματα του Λαυρείου περιέχουν κυρίως ορυκτά ψευδάργυρων και αργυρούχου μολύβδου, μεταξύ των οποίων ο σμισθωνίτης (ανθρακικός ψευδάργυρος) ή κοινώς καλαμίνα, ο γαληνίτης (θειούχος μόλυβδος) κοινώς καρβονάτο. Τα ανάμεικτα θειούχα μεταλλεύματα ονομάζονται Β.P.G. από τα αρχικά των λέξεων Blende κοινώς μπλέντα (σφαλερίτης), Pyrite (σιδηροπυρίτης) και Galene (γαληνίτης). Απαντώνται ακόμη μαζί με τον σιδηροπυρίτη, χαλκοπυρίτη και κυπρίτη που περιέχουν χαλκό. Όλα αυτά τα ορυκτά συνοδεύονται από τον χαλαζία, ασβεστίτη, γύψο, βαρίτη, φθορίτη, αζουρίτη, μαλαχίτη, αραγωνίτη, βισμονθίτη, αγγερίτη και άλλα πολλά.

   Τα πλουσιότερα κοιτάσματα αργύρου, μολύβδου, ψευδάργυρου, χαλκού και σιδήρου που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι κατελάμβαναν μια έκταση 200 τετραγωνικών χλμ κυρίως στην Καμάριζα (Άγιος Κων/νος), Σούριζα, Μεγάλα Πεύκα, Δημολιάκι, Μπερτσέκο, Δασκαλειό, Λαυρεωτικό Όλυμπο, Σούνιο, Θορικό κ.α. Όλα αυτά τα ποικιλόμορφα, φαντασμαγορικά ορυκτά και πετρώματα χυμοί της μάνας γης που στερεοποιήθηκαν, φωλιάζουν ανάμεσα στους σχιστόλιθους και στα μάρμαρα και αποτελούν ένα πανέμορφο θησαυροφυλάκιο. Εκθέματα αυτού του φυσικού πλούτου μπορούμε να τα θαυμάσουμε στα Ορυκτολογικό Μουσείο Λαυρείου και του Αγίου Κωνσταντίνου.

Αντίγραφο του IMG_5746.JPG

   ΤΟ ΒΑΡΑΘΡΟ ΧΑΟΣ

 

     Λίγο έξω από το χωριό του Αγίου Κων/νου (Καμάριζα) προς το εξωκκλήσι της Αγίας Τριάδος, αριστερά σε μία πευκόφυτη περιοχή ονομάζεται Χάος θα αντικρύσουμε ένα γεωλογικό φαινόμενο. Μια καθίζηση έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο βάραθρο κυκλικού σχήματος, βάθους 55μ. Θυμίζει πολύ τον κρατήρα του μετεωρίτη στην Αριζόνα.

   Ένας θρύλος της περιοχής αναφέρει ότι το «έγκοιλο χάος»δημιουργήθηκε από πτώση μετεωρίτη στα τέλη του 18 ου αι. χωρίς όμως να έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά. Κατά πάσα πιθανότητα το βάραθρο έχει διαμορφωθεί από καρστικό βύθισμα (sinkhole), δηλαδή το κάρστ είναι έγκοιλη μορφή ανθρακικών πετρωμάτων (ασβεστόλιθοι,  δολομίτες, μάρμαρα) ή σπανιότερα γύψινων που έχουν δημιουργηθεί από την διαβρωτική και διαλυτική  ενέργεια των υδάτων, προκαλώντας την κατάπτωση της οροφής.

   Το Χάος χρήζει περαιτέρω γεωλογικής έρευνας για να εξακριβωθεί το πραγματικό πάχος των καταχώσεων και επιχώσεων, όπως και παλαιοντολογική έρευνα για πιθανά παγιδευμένα ζώα και αρχαιολογική έρευνα. Το Χάος αποτελεί χώρο αναψυχής, κάτω από τη δροσιά του πευκοδάσους. Το Δασαρχείο τοποθέτησε ξύλινα τραπέζια και πάγκους. Παρόμοιοι χώροι αναψυχής υπάρχουν στην Αγία Τριάδα, στην Καμάριζα και στο βουνό του Κίτσου.

Αντίγραφο του IMG_2282.JPG
Αντίγραφο του IMG_1262.JPG

Δημολιάκι. Η πευκοθάλασσα επιμένει  να υπάρχει που γεννήθηκε από τις στάχτες                        Θέα από την σπηλιά του Κίτσου

Αντίγραφο του IMG_1273.JPG
Αντίγραφο του IMG_1271.JPG

   ΣΠΗΛΑΙΟ ΚΙΤΣΟΥ

 

   Μεγάλη εντύπωση προκαλεί η ονομαζόμενη σήμερα «Σπηλιά του Κίτσου», η οποία βρίσκεται στον Άγιο Κων/νο, στην κορυφή του δασωμένου μικρού λόφου Μικρό Ριμπάρι, υψόμετρο 288μ. Σήμερα, αυτό που  θυμίζει τον Κίτσο (Νυφίτσας Οικονόμου) είναι ένα από τα λημέρια του, το λεγόμενο «Σπήλαιο του Κίτσου». Ο Κίτσος ήταν αρχηγός ληστρικής συμμορίας για μια τετραετία (1864-1867), έγινε γνωστός στο πανελλήνιο για τη δράση.  

  Λέγεται ότι ο Κίτσος είχε τελειώσει τη Σχολή Ευελπίδων. Όπως υποστήριζε ο ίδιος, είχε αδικηθεί με τον κατώτερο βαθμό του υπαξιωματικού, οπότε μετά από λίγο καιρό εγκατέλειψε τις ένοπλες δυνάμεις κι έγινε ληστής. Σύμφωνα με άλλες πηγές, ήταν δασοφύλακας και στις αρχές του 1863 κατατάχθηκε στην Εθνοφυλακή αλλά σύντομα πέρασε στην παρανομία. Το 1864 ο Ιταλός Σερπιέρι ίδρυσε την εταιρεία Roux – Serpieri – Fressynet C.E. µε συνέταιρο γαλλική τράπεζα για την εκμετάλλευση της Λαυρεωτικής.  Ο Σερπιέρι, εκµεταλλευόµενος την κατάσταση, πλήρωνε τους υπαλλήλους πενιχρά. Όσον αφορά τις συνθήκες εργασίας, ήταν άθλιες. Ο Κίτσος  ειδοποίησε τους επικεφαλής της επιχείρησης των μεταλλείων ότι αν δεν του έδιναν 6.000 φράγκα φόρο θα τους σκότωνε…

   Ο Σερπιέρι, χωρίς να φοβηθεί, τον επισκέφθηκε στο λημέρι του στο σπήλαιο  και μέσα σε εγκάρδιο κλίμα έγινε η μεγάλη συμφωνία συνεργασίας: Ο Κίτσος θα έπαιρνε τα μισά χρήματα μπροστά και τα υπόλοιπα αργότερα με την υποχρέωση να προφυλάξει τον επιχειρηματία από τους άλλους ληστές προσφέροντας προστασία. Ο Νυφίτσας και ο Σερπιέρι δεν αθέτησαν τις υποχρεώσεις τους.

 Για τους καλοπερασάκηδες των κλινών άστεων υπάρχει ένας δασικός δρόμος κατάλληλος για 4x4 που θα τους φέρει σχεδόν μέχρι τα στόμια του σπηλιακού συγκροτήματος. Για τους φυσιολάτρες προσφέρεται μια ευχάριστη πεζοπορία ανάμεσα στο δάσος με το άκουσμα από το κελάηδημα των πουλιών ή τον βοριά να σφυρίζει στις βελόνες των πεύκων.

      Η σπηλιά του Κίτσου παρουσιάζει ιδιαίτερο παλαιοβοτανική, παλαιοντολογικό και προϊστορικό ενδιαφέρον. Οι έρευνες του Ν. Lambert το 1981, η ανάλυση των γυρεόκοκκων και η χρονολόγηση απανθρακωμένων ξύλων με μέθοδο C 14, αποκάλυψε ότι κατά την διάρκεια των τελευταίων παγετώνων πριν από 40.000-10.000 χρόνια, υπήρχε εύκρατο δάσος «μαύρης πεύκης» που δεν απαντάται σήμερα στην περιοχή της Αττικής αλλά σε μεγαλύτερα υψόμετρα. Υπάρχουν ενδείξεις ανθρώπινης παρουσίας στο σπήλαιο προ 40.000 ετών στην Παλαιολιθική περιόδου.

   Κατά την Νεολιθική εποχή το τοπίο καλυπτόταν από δάση μαύρης Πεύκης (Pinus Nigra) αλλά και  παραθαλάσσιο πεύκο (Pinus maritime) και Quercus suber  (φελλόδρυς), τα οποία δεν υπάρχουν πλέον στην Ελλάδα παρά μόνο στις Ευρωπαϊκές ακτές του Ατλαντικού ωκεανού και στη δυτική Μεσόγειο.

   Στο στρώμα της Μεσολιθικής εποχής (9.000-6.000 π.Χ.) βρέθηκαν οστά ορνίθων που μαρτυρούν την εξημέρωσή των από τα πανάρχαια χρόνια. Η περιοχή έξω από τη σπηλιά με τους μεγάλους βράχους σκορπισμένους πέρα δώθε μοιάζει σαν να έχουν εκτοξευθεί από τους Εκατόγχειρες κατά την Τιτανομαχία. Ο χώρος έτσι που είναι διαμορφωμένος νομίζεις ότι έγινε από τους Κύκλωπες, όχι από τους τέκτονες Κύκλωπες που εντοίχισαν την Τίρυνθα και τις Μυκήνες αλλά από τους κτηνοτρόφους Κύκλωπες που αντάμωσε ο Οδυσσεύς.

   Η υπέροχη τοποθεσία της σπηλιάς εποπτεύει την θάλασσα και υπάρχουν ενδείξεις ότι υπήρχε ναυτική επικοινωνία με το Αιγαίο από το 10.000 π.Χ. Οι έρευνες του σπηλαιολόγου και του Τ. Jacobsen φανέρωσαν ότι από την Μήλο ο μεσολιθικός άνθρωπος εφοδιαζόταν τον οψιδιανό, αυτό το σκληρό και ανθεκτικό ηφαιστειογενές υλικό, το κατάλληλο για όπλα ή εργαλεία. Βρέθηκαν πολλά τέτοια εργαλεία αλλά και πήλινα σκεύη για την κυπέλλωση του αργύρου και μια χάλκινη περόνη του 5.300 π.Χ. που εκτίθεται στο μουσείο του Λαυρείου. Στη σπηλιά του Κίτσου βρήκαν καταφύγιο εκτός από τον προϊστορικό άνθρωπο και οι αγωνιστές του 21. Είναι δύσκολο να εισχωρήσει κανείς μέσα στη σπηλιά εξαιτίας των προσχώσεων.

Αντίγραφο του IMG4778.jpg

Χάλκινη περόνι έντονα διαβρωμένη. Σπανιότατο εύρημα, επειδή είναι καθαρός χαλκός. Από την σπηλιά Κίτσου, Λαυρίου. Νεότερη Νεολιθική (5300-4500 π.Χ.) μήκος 0,063 μ. Μουσείο Λαυρίου

Αντίγραφο του IMG_1277.JPG

Έξω από τη σπηλιά με τους μεγάλους βράχους σκορπισμένους πέρα δώθε μοιάζει σαν να έχουν εκτοξευθεί από τους Εκατόγχειρες κατά την Τιτανομαχία

Περίαπτο από όστρακο spondylus gaederopus σε μορφή άρκτου. Μοναδικό κόσμημα – πιθανώς φυλακτό για τον εξευμενισμό του μεγάλου ζώου 5300 π.Χ.

kitsos.gif
Αντίγραφο του Αντίγραφο του IMG5464.jpg

Περίαπτα 

   ΑΠΑΡΧΗ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

   Η απαρχή της μεταλλευτικής δραστηριότητας στον Ελλαδικό χώρο χάνεται στα βάθη της προϊστορίας, εκεί όπου αναφέρεται ο Ήφαιστος ως επινοητής και κάτοχος των μυστικών της μεταλλουργίας. Σύμφωνα με την γνώμη του C. Renfrew και του   «Ancient History» Cambridge, η εποχή του Χαλκού για την Ευρώπη και πιθανώς για όλο τον κόσμο άρχισε στο Αιγαίο στην τέταρτη χιλιετία. Αλλά η αρχαιολογική σκαπάνη φέρνει συνέχεια στο φώς ευρήματα, μεταθέτοντας όλο και βαθύτερα στο παρελθόν τις χρονολογίες. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα αρχαιότατα σφυρήλατα χάλκινα εγχειρίδια στο μουσείο της Χαιρώνειας (του 5300-4500 π.Χ.), που ανήκουν στην συμβατική «Νεολιθική εποχή»

Λείψανα μεταλλευτικών εγκαταστάσεων, όργανα  όπως φυσητήρες , χοάνες, κύπελλα και χωνευτήρια μετάλλων, βρέθηκαν σε πολλά μέρη της Ελλάδος όπως στο Γυαλί Δωδεκανήσου, Λήμνο, Κεφάλα Κέας, Αλεπότρυπα Δυρού, Στενό Αρκαδίας, στην Μακεδονία, Θράκη, Κρήτη και βεβαίως στην Λαυρεωτική.                                 

   Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι στο Αιγαίο και στον περιαιγαιακό χώρο με τα ενεργά τότε ηφαίστεια, είχαμε την ανακάλυψη των ιδιοτήτων των μετάλλων, από τη σφυρηλάτηση του χαλκού σε ψυχρή κατάσταση έως την κατασκευή κραμάτων και τη χύτευσή του σε μήτρες με την τεχνική της κηρόχυσης σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της πυροτεχνουργίας. Ας σημειωθεί ότι ο χαλκός τήκεται στους 1083°C ενώ ο άργυρος και ο χρυσός ρευστοποιούνται στους 960°C και στους 1063°C αντίστοιχα. Ο ορείχαλκος εξάλλου που είναι κράμα χαλκού και κασσίτερου, πρωτοχρησιμοποιήθηκε στην Κρήτη πριν το 3000 π.Χ. Τον κασσίτερο τον έφεραν οι θαλασσοπόροι Μινωίτες από τις Κασσιτερίδες νήσους της Αγγλίας και από τον Rodan της Πολωνίας, συγχρόνως δε μεταβίβαζαν τις γνώσεις των από την Ιβηρία μέχρι την Μεσοποταμία.

img048.jpg
img049.jpg

Δύο εγχειρίδια από σφυρήλατο έλασμα Ν. Νεολιθική (5300-4500 π.Χ). Αγία Μαρίνα Φωκίδας. Το σχήμα των αντιγράφει αιχμές από πυριτόλιθο ή οψιανό, η χρήση τους επομένως ως αιχμών δοράτων δεν μπορεί να αποκλειστεί

Δύο τριγωνικού σχήματος εγχειρίδια με αμφίκοπη λεπίδακαι είχαν λαβές από ξύλο ή οστό, που δεν σώθηκαν  Βρέθηκαν σε τεκμηριωμένο στρώμα της Τελικής Νεολιθικής  μαζί με άλλα τρία χάλκινα εγχειρίδια,ραβδού και άμορφες μάζες χαλκού κοντά σε μια μεγάλη εστία-πυρά που αποδεικνύουν την κατεργασία του χαλκού στο σπήλαιο Αλεπότρυπα Διρού, Λακωνίας.

cooper-axes-andonis-katanos.jpg

Δύο χάλκινοι πελέκεις της Τελικής Νεολιθικής περιόδου (4500-3300 π.Χ.), από το Σέσκλο. Αποτελούν ένα "θησαυρό" γιατί βρέθηκαν μαζί στο κέντρο της ακρόπολης, δίπλα σε ένα τοίχο σπιτιού. Είναι χυτοί σε μήτρα από χαλκό 99% καθαρό. Οι διαφορετικές τους διαστάσεις συνεπάγονται και διαφορετικές μήτρες

     ΟΙ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ ΤΗΣ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

 

   Οι καλυμμένες από την βλάστηση μεταλλευτικές εγκαταστάσεις και τα μνημεία της Λαυρεωτικής παρέμειναν ήρεμα και λησμονημένα για δύο περίπου χιλιετίες μέχρι που ξένοι περιηγητές από τα τέλη του 17ου μ.Χ. αι. άρχισαν να εισρέουν στην Ελλάδα. Ορισμένοι από αυτούς ήταν ρομαντικοί λάτρεις του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, ποιητές, ζωγράφοι, άλλοι δυστυχώς ήρθαν ως αρχαιοκάπηλοι για λεηλασία και αρπαγή. Οι ρομαντικοί φιλέλληνες με τις λιθογραφίες απεικόνισαν την Λαυρεωτική με ένα κλέος ερειπωμένο, με τα καλαίσθητα μνημεία να θυμίζουν την αρχαία δόξα, οι πέτρες, οι άνθρωποι να περιμένουν με ιστορική καρτερία την απελευθέρωση στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ένας από τους λιθογράφους που εξέφραζαν αυτά τα συναισθήματα ήταν ο E. Dodwell (1801-1806). O Dodwell είχε κατηγορήσει δριμύτατα τον Έλγιν για τους βανδαλισμούς και την αρπαγή που διέπραξε σε διάφορα μνημεία της Αττικής. Η λιθογραφία του ναού της Δήμητρας και της Κόρης του Θορικού, έργο του J.D. Le Roy το 1758 απεικονίζει την αποικιοκρατική αρπακτικότητα των Ευρωπαίων, να ανασκάπτουν και να λεηλατούν το ναό. Πολλοί ταξιδιώτες κουβαλούσαν στο ένα χέρι τον κασμά και στο άλλο τον αρχαίο περιηγητή Παυσανία ως οδηγό. Γόνιμη απεδείχθη η Λαυρεωτική!

       ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

   Αυτός που πραγματικά συνέλαβε στην αναγέννηση της Λαυρεωτικής ήταν ο Ανδρέας Κορδέλας, ορυκτολόγος από την Σμύρνη, με κλασική παιδεία και πολύπλευρη μόρφωση. Το 1860 επισκέπτεται την Λαυρεωτική και βρίσκει μια επιγραφή θαμμένη μέσα στις εκβολάδες. Χάρη στην αρχαιογνωσία του, διάβασε την επιγραφή που σήμαινε το όριο του εργαστηρίου που αγόρασε ο Φείδων τον 4ο π.Χ. αι. Οι επιτόπου παρατηρήσεις του Κορδέλλα φανέρωσαν τα αρχαία συγκροτήματα μεταλλευτικών εγκαταστάσεων με τις αμέτρητες στοές, τα φρεάτια άνω των 2000, τα μεταλλοπλυντήρια, τις δεξαμενές ύδατος, τα καμίνια τήξης, οικισμούς και άλλα μνημεία δίπλα σε σωρούς εκβολάδων και σκουριών (υποπροϊόντα εκμετάλλευσης) δίνοντας την εικόνα μιας αρχαίας βιομηχανικής μεταλλουργίας.                                 

Αντίγραφο του IMG4868.jpg
Αντίγραφο του IMG4747.jpg

Επίπεδο μεταλλοπλυντήριο για την κατεργασία του αργύρου. Υδατοδεξαμενή τεραστίων διαστάσεων με το στεγανό κονίαμα, Από το μεταλλευτικό εργαστήριο στο Ασκληπιακόν. Από παλιά επίσκεψη, τότε δεν υπήρχαν προστατευτικά κάγκελα και ούτε  ταμπέλες αρχαιολογικές επισήμανσεις. Σήμερα τα πεύκα δεν υπάρχουν εξαιτίας  εμπρησμών

Αντίγραφο του IMG4770.jpg
Αντίγραφο του IMG4798.jpg
Αντίγραφο του IMG5354.jpg

Είσοδοι στοών μεταλλείων της Λαυρεωτικής που ξεπερνούν τα 120 μέτρα

   Βαθύς μελετητής της Λαυρεωτικής και της τεχνικής παραγωγής του αργύρου υπήρξε ο καθηγητής Κωνσταντίνος Κονοφάγος το 1970. Μελέτησε τα περισσότερα κατάλοιπα των αρχαίων μεταλλευτικών εγκαταστάσεων που βρίσκονται διάσπαρτα στον Εθνικό Δρυμό και στα παράλια της Λαυρεωτικής. Ο Κονοφάγος απέδειξε ότι η τεχνική που διείπε την εξόρυξη των μεταλλευμάτων, τον εμπλουτισμό τους, την τήξη, την κυπέλλωση και την ανάπτυξη έχει παραμείνει βασικά η ίδια και στη σύγχρονη εποχή. Η βιομηχανική  Επανάσταση μηχανοποίησε αυτή τη διαδικασία, απλώς χρησιμοποιήθηκε η αρχαία τεχνολογία που βρισκόταν σε ύπνωση. Οι νέες εγκαταστάσεις στήθηκαν δίπλα στις αρχαίες. Από τους σύγχρονους ερευνητές σημαντική υπήρξε η συμβολή στην ανάδειξη του μνημειακού πλούτου και του τρόπου λειτουργίας των μεταλλείων, του αρχαιολόγου Ευάγγελου Κακαβογιάννη. Ο κ. Κακαβογιάννης γέννημα θρέμμα της Λαυρεωτικής εδώ και 30 χρόνια ανασκάπτει και μελετά την περιοχή της Λαυρεωτικής.

      ΟΙ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ

    Για τα ορυχεία και τις μεταλλευτικές εργασίες της Λαυρεωτικής στην Κλασσική περίοδο μας δίνει μια αρκετά σαφή εικόνα ο Ξενοφών στην πραγματεία «Περί προσόδων ή πόρων». Αν και τα μεταλλεία ήταν γνωστά από τη Νεολιθική περίοδο, η εξόρυξη και η εκμετάλλευσή των κορυφώθηκε τον 5ο και 4ο αι. π.Χ., για να συνεχίσει με φθίνουσα τάση έως τον 6ο μ.Χ. αιώνα.                                                                        

    Ο Ξενοφών αναφέρει, ότι η εκμετάλλευση των μεταλλείων της Λαυρεωτικής άρχισε από την εποχή του Ερεχθέως. Ο Θησέας, αναφέρει ο Πλούταρχος, ήταν ο πρώτος που έκοψε αργυρά νομίσματα. Το όνομα Λαύριο ή Λαύρειο δόθηκε τον 8ο αι. π.Χ. από την λέξη λαύρα (Ιων. Λαύρη), που ερμηνεύεται στενωπός διάδρομος από τα στενά περάσματα των υπογείων ορυγμάτων.  

      Στην αρχή τα μεταλλεία ανήκαν στην πόλη των Αθηνών αλλά αυτή σταδιακά παραχώρησε σε ιδιώτες την εκμετάλλευσή τους έναντι ορισμένου ποσού ή με την καταβολή ορισμένου ενοικίου κατόπιν εγγυήσεως. Για την λειτουργία του συστήματος εκμετάλλευσης θεσπίστηκαν ειδικοί νόμοι (μεταλλικοί νόμοι) και λειτούργησε παράλληλα το μεταλλικό δικαστήριο. Με αυστηρό κρατικό έλεγχο υπήρξε μια εντατική και προσοδοφόρα εκμετάλλευση. Βρέθηκαν αρκετές τέτοιες επιγραφές.  

       Μεγάλη υπήρξε η ιστορική συνεισφορά του Λαυρεωτικού αργύρου στη σωτηρία και στην ανάπτυξη του Αθηναϊκού πολιτισμού. Ο Θεμιστοκλής από τα εισοδήματα του Λαυρείου ναυπήγησε 200 τριήρεις, με τις οποίες έδωσαν την περίφημη ναυμαχία της Σαλαμίνας εναντίον των Περσών. Βασικά από τις στοές του Λαυρείου ξεκίνησε η οικονομική ανάπτυξη για να εκδηλωθεί στις τέχνες, γράμματα, φιλοσοφία και επιστήμη. Ο Αισχύλος χαρακτηρίζει το Λαύριο ως αργύρου πηγή. Τα περίφημα αττικά νομίσματα γνωστά ως «λαυρεωτικές γλαύκες» ήταν το σκληρό παγκόσμιο νόμισμα του τότε πολιτισμένου κόσμου. Στη μια όψη είχε την κεφαλή της πολιούχου θεάς Αθηνάς με αττικό κράνος στολισμένα με φύλλα ελιάς και στην άλλη όψη εικόνα γλαυκός (η κουκουβάγια ήταν το πουλί της σοφίας και σήμα κατατεθέν της Αθηναϊκής ηγεμονίας). Κυκλοφορούσε αυτό από την Ιβηρία μέχρι και την Περσία και αποτελεί ένα από τα ωραιότερα δείγματα του κλασικού θαύματος (440-420 π.Χ.)     

Αντίγραφο του DSC09229.JPG

  ΕΞΟΡΥΞΗ ΚΑΙ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΛΛΕΥΜΑΤΟΣ

   Σύμφωνα με την ιστορική μαρτυρία του Ξενοφώντος και την σύγχρονη έρευνα του Κονοφάγου και του Κακαβογιάννη η αναζήτηση των αργυρομολυβδούχων κοιτασμάτων άρχιζε με ερευνητικά φρεάτια που εισχωρούσαν σε βάθος, μέχρι να συναντήσουν το μετάλλευμα. Την εξόρυξη την έκαναν οι δούλοι με το σφυρί (τύκος) και το καλέμι (ξόϊς) του οποίου η μύτη ήταν «βαμμένη» σε χάλυβα (ατσάλι) για ανθεκτικότητα. Χάλυβας είναι εκείνη η μεταλλουργική διαδικασία κατά την οποία ο σίδηρος με λίγο άνθρακα, όταν θερμανθεί πάνω από 910°C και ψυχθεί απότομα σε νερό ή λάδι, αποκτώντας μεγάλη σκληρότητα. Άλλα χρήσιμα εργαλεία ήταν ο κασμάς (αξίνη), τσάπα, και το φτυάρι. Όταν οι δούλοι εντοπίζανε τον αργυρούχο μόλυβδο άρχιζε το άνοιγμα στοάς κατά πλάτος του κοιτάσματος και προχωρούσε έως εκεί που εξαντλείτο το μετάλλευμα. Το βάθος ορισμένων φρεατίων ξεπερνούσε τα 120μ.

   Οι στοές αποτελούσαν ένα υπόγειο λαβύρινθο πολλών χιλιομέτρων. Το πρόβλημα του αερισμού το έλυναν με τη διάνοιξη φρεατίων για να σχηματίζει ρεύμα αέρος. Αυτά τα φρεάτια που τα οποία ονομαζόταν ψυχαγώγια, είχαν και άλλες χρήσεις, όπως για το φωτισμό, την εξαγωγή και μεταφορά του μεταλλεύματος σε δερμάτινους σάκους ή με μηχανική ανύψωση. Ο φωτισμός στα βάθη της γης γινόταν με λυχνάρια λαδιού από ψημένο άργιλο ή από μόλυβδο για να μην σπάνε. Ορισμένα φρεάτια είναι κατακόρυφα και δυσδιάκριτα, καλυμμένα από επιχώσεις και βλάστηση, γιαυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή όταν βαδίζουμε εκτός του δασικού δρόμου. Μερικά φρεάτια είναι κεκλιμένα με σκαλιά που οδηγούν ομαλά στα έγκατα της γης. Μην επιχειρήσετε μόνος ή μόνη να κατεβείτε στις στοές. Οι σύγχρονες στοές του 19ου και 20ου αιώνα είναι οι αρχαίες, διευρυμένες και μεγαλωμένες με προσθήκη σ’ αυτές σιδηροτροχιών για βαγονέτα.

      Εκεί στα έγκατα της γης οι μεταλλωρύχοι για την αποφυγή καταπτώσεων άφηναν κολόνες (μεσοκρινείς κίονες) για την υποστύλωση της οροφής. Αν αυτές οι κολόνες περιείχαν πλούσιο μετάλλευμα, μερικές φορές τις αφαιρούσαν οπότε αυτό μπορούσε να προκαλέσει ατυχήματα. Γιαυτό τον λόγο με νόμο απαγορευόταν επί ποινή θανάτου η αφαίρεση των μεσοκρινών κιόνων που είχαν αφήσει οι παλιότεροι μεταλλευτές. Στην εποχή του Λυκούργου (337-325 π.Χ.) θανατώθηκε ο Δίφιλος διότι προέβη στην παραπάνω παρανομία. Η περιουσία του μοιράστηκε στους πολίτες σύμφωνα με νόμο που είχε ψηφισθεί στην εκκλησία του Δήμου.

Αντίγραφο του IMG4752.jpg

Επίπεδο πλυντήριο στην Αγριλέζα

image006.jpg

Αναπαράσταση εργασίας στο ελικοειδές πλυντήριο

αρχείο λήψης.jpg
Αντίγραφο του IMG_1054.JPG

Τα επίπεδα μεταλλοπλυντήρια έχουν σχήμα ορθογωνίου παραλληλόγραμμου επιφανείας στο Ασκληπιακόν

Αντίγραφο του IMG4755.jpg

Τα ελικοειδή μεταλλοπλυντήρια σε αντίθεση προς τα επίπεδα αποτελούν μια επαναστατική μέθοδο επεξεργασίας και καθαρισμού του αργύρου. Ο Κονοφάγος τα υποστηρίζει ως "απωλεισθείσα ελληνική εφεύρεση" διότι το νερό στο σημείο απ' όπου ξεκινούσε με ελάχιστη απώλεια. Φωτ. αναλογική στα Μεγάλα Πεύκα. Δυστυχώς τα πεύκα κάηκαν, τα αποκαίδια  και οι επιχώσεις καλύφθηκαν τα αρχαιολογικά ευρήματα.

Αντίγραφο (2) του IMG4740.jpg

Ερείπια αρχαίων καμίνων στα Μεγάλα Πεύκα. Παλιά φωτ. δυστυχώς, σήμερα  τα πεύκα δεν υπάρχουν

Αντίγραφο του IMG5467.jpg

Όλες οι μεταλλευτικές εγκαταστάσεις στην αρχαιότητα ήταν οχυρωμένες

Δούλοι μεταλλωρύχοι σε μεταλλείο. Κορινθιακό πλακίδιο 6ος π.Χ. αι. Αρχαιολογικό Μουσείο Βερολίνου

   Αφού μετέφεραν στην επιφάνεια το μετάλλευμα άρχιζε η πρώτη χειροδιαλογή. Τα πλούσια μεταλλεύματα σε αργυρούχο μόλυβδο (45% - 55%) τα πήγαιναν κατευθείαν στα καμίνια. Τα δε κομμάτια με μικρή μεταλλική περιεκτικότητα τα απέρριπταν. Αυτά αποτελούσαν τους σωρούς εκβολάδων που συναντάμε σήμερα σε διάφορα μέρη. Οι αρχαίοι όμως επινόησαν μια μέθοδο αξιοποίησης των φτωχότερων μεταλλευμάτων (7% - 30%). Αυτή ήταν η διαδικασία του εμπλουτισμού στα εργαστήρια των μεταλλοπλυντηρίων (μεταλλοπλύσια). Τα φτωχά σε μετάλλευμα κομμάτια , στην αρχή τα θρυμμάτιζαν με σιδερένιους κόπανους πάνω σε μεγάλες μαρμάρινες πλάκες ή σε λίθινα γουδιά, εν συνεχεία τα άλεθαν σε μύλους από τραχίτη μετατρέποντάς το σε μικρούς κόκκους 1mm. Το τριμμένο μετάλλευμα το μετέφεραν στα πλυντήρια.

      Για τον τρόπο της λειτουργίας των πλυντηρίων έγραψε πρώτα επιστημονικά ο καθηγητής ΚΚονοφάγος. Κατά την άποψή του υπήρξαν δύο ειδών πλυντήρια τα επίπεδα και τα ελικοειδή. Τα επίπεδα πλυντήρια έχουν σχήμα ορθογωνίου παραλληλόγραμμου, επιφάνειας 30-80 τμ Στην ψηλότερη πλευρά υπήρχε μια δεξαμενή νερού με 2 έως 8 οπές, γνωστές και ως ακροφύσια. Η στάθμη του νερού ήταν σταθερή πάνω από τα ακροφύσια για να μπορεί να ρέει το νερό μέσα σε ξύλινα κεκλιμένα ρείθρα με κοιλότητες. Εκεί στα ξύλινα ρείθρα ειδικευμένοι τεχνίτες στηριζόμενοι στην ιδιότητα των μετάλλων που είναι βαρύτερα της γαιώδους ύλης, έκαναν πλύση των κόκκων. Η γαιώδης ύλη παρασυρόταν με το νερό, οι δε βαρύτεροι κόκκοι πλουσιότεροι σε αργυρούχο μόλυβδο, κατακάθονταν στα βαθουλώματα του ξύλινου ρείθρου. Τότε τα συνέλλεγαν και τα άπλωναν να στεγνώσουν.

   Όμως από τις νέες ανασκαφές του ΕΚακαβογιάννη διαπιστώθηκε ότι οι μεταλλωρύχοι στα ορθογώνια πλυντήρια χρησιμοποιούσαν πήλινες λεκάνες (όπως οι χρυσοθήρες) και έπλεναν το τριμμένο μετάλλευμα με αναδεύσεις μέσα στην δεξαμενή απομακρύνοντας σταδιακά την γεώδη ύλη  εμπλουτίζοντας σε αργυρούχο μόλυβδο το μετάλλευμα. Μετά τις διαδοχικές πλύσεις το νερό της δεξαμενής έκανε ένα κύκλο καθίζησης στο πλυντήριο ώστε να καταλήξει στην αρχική του θέση πεντακάθαρο από τις γήινες προσμίξεις που ήταν πλέον οι πλυνήτες, το δεύτερο παραπροϊόν της εκμετάλλευσης. Το πλυντήριο με άλλα λόγια ήταν μια σπουδαία εφεύρεση για την ανακύκλωση και τον καθαρισμό του νερού, δίνοντας απάντηση στο μεγάλο πρόβλημα της λειψυδρίας στην Λαυρεωτική και ταυτόχρονα στην μεγάλη ανάγκη νερού για την λειτουργία των μεταλλείων.

      Επειδή η Λαυρεωτική είναι εξαιρετικά άνυδρη κατασκεύαζαν στέρνες, δηλαδή κυκλικές στεγανές δεξαμενές κοντά στα πλυντήρια όπου συγκέντρωναν τα όμβρια ύδατα. Ορισμένες δεξαμενές είναι λαξευμένες στο φυσικό πέτρωμα και άλλες είναι χτιστές με λίθους και με επίστρωμα που εμποδίζει την απορρόφηση των υδάτων μέχρι σήμερα. Η στεγανότητα του κονιάματος έγινε αντικείμενο μελέτης από την Αμερικανίδα αρχαιολόγο-μεταλλουργό Martha Godway (Smisthonian Institute Washington) όπου παρουσίασε το θέμα σε μια σημαντική σύσκεψη του Ιδρύματος Υλικών Ερευνών στην Βοστώνη το 1992. Οι ειδικοί απεφάνθησαν ότι το κονίαμα αυτό λόγω στεγανότητας μπορεί να λύσει το πρόβλημα αποθήκευσης και των πυρηνικών αποβλήτων. Τα στεγανοποιητικά υλικά των αρχαίων είναι τα εξής: Η πρώτη επίστρωση ήταν από μίγμα χαλίκι, άμμο και ασβέστη και η δεύτερη επίστρωση περιείχε λιθάργυρο 30% αναμειγμένο με σιδηρομαγγανούχα, αργιλούχα και οξείδια του χαλκού και ψευδαργύρου. Αυτή η σύνθεση του κονιάματος μετά από 2.500 χρόνια αποδεικνύεται πρωτοποριακή και σύγχρονη για τις σημερινές ανάγκες. Το κονίαμα αυτό το χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι και για την επίστρωση των πλυντηρίων της ανακύκλωσης και του καθαρισμού. Χάρη στην στεγανότητα του κονιάματος και στη μέθοδο ανακύκλωσης που εξασφάλιζε το σχήμα των πλυντηρίων, η απώλεια νερού ήταν ελάχιστη.

   Το κεκορεσμένο με γαιώδη ύλη λασπόνερο διοχετευόταν από το αυλάκι στην πρώτη δεξαμενή καθίζησης. Όταν γέμιζε η δεξαμενή η λάσπη καθόταν στον πυθμένα και το καθαρό νερό υπερχείλιζε στην δεύτερη δεξαμενή. Έλεγχαν τη ροή των υδάτων από τις οπές και από τα φράγματα των αυλακιών που τα άνοιγαν και έκλειναν ανάλογα με την περίσταση. Όλη αυτή η λειτουργία των πλυντηρίων φανερώνει άριστες γνώσεις υδροδυναμικής και υδραυλικής.

     Τα κατάλοιπα αυτών των τεχνολογικών εγκαταστάσεων δεν υστερούν στο κάλλος που έχουν τα πολιτιστικά μνημεία. Είναι μοναδικά στον κόσμο διότι είναι μόνιμες κτιστές κατασκευές και λαξευμένες στον βράχο. Παρόμοιες εγκαταστάσεις δεν βρέθηκαν πουθενά στον πλανήτη διότι οι υπόλοιποι λαοί στην αρχαιότητα και στον Μεσαίωνα χρησιμοποιούσαν ξύλινες κατασκευές οι οποίες δεν άντεξαν στο διάβα του χρόνου. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν φθάσει στην επιστημονική τελειότητα της μαζικής παραγωγής αργύρου και μολύβδου. 

   

IMG4780 - Αντίγραφο.jpg
Αντίγραφο του IMG5357.jpg

Ερείπια αρχαίων καμίνων

Αντίγραφο του IMG4799.jpg
Αντίγραφο του IMG5356.jpg

Μαρώνεια                                                                                Δάπεδο κατοικίας

    ΕΛΙΚΟΕΙΔΗ ΠΛΥΝΤΗΡΙΑ

   Εκτός από τα επίπεδα πλυντήρια έχουμε και τα ελικοειδή. Τα ελικοειδή σε αντίθεση προς τα επίπεδα αποτελούν μια επαναστατική αλλαγή στη μέθοδο επεξεργασίας και καθαρισμού του αργύρου. Ο Κονοφάγος χαρακτηρίζει τα ελικοειδή πλυντήρια ως «απολεσθείσα ελληνική εφεύρεση» αφού η μέθοδος αυτή ξεχάστηκε γύρω στα 300 π.Χ. Μάλιστα ο ίδιος κατασκεύασε με τον ίδιο τρόπο ένα ελικοειδές πλυντήριο το οποίο λειτουργούσε πολύ ικανοποιητικά. Ιδιαίτερα τεχνικά χαρακτηριστικά αυτών των πλυντηρίων είναι η επιστροφή του νερού στο σημείο απ’ όπου ξεκινούσε με ελάχιστη απώλεια. Αλλά τα επίπεδα πλυντήρια είχαν μεγαλύτερη δυναμικότητα παραγωγής από τα ελικοειδή. Υπολογίστηκε ότι στα επίπεδα πλυντήρια μπορούσε να γίνει επεξεργασία 6 τόνους μεταλλεύματος, ενώ στα ελικοειδή 2 τόνους ημερησίως. Τον 5ο π.Χ. αιώνα οι αρχαίοι Έλληνες παρήγαγαν στο Λαύριο 1.600 τόνους αργύρου και τον 4ο π.Χ. αι. 1000 τόνους αργύρου. Απαιτούνταν 1000 κιλά μετάλλευμα για να ληφθούν 40 γραμμάρια αργύρου και 20 κιλά μολύβδου.

Αντίγραφο του IMG_2319.JPG
Αντίγραφο του IMG_2285.JPG

Το ελικοειδές πλυντήριο στο Δημολιάκι                                                               Λεπτομέρια από το ελικοειδές πλυντήριο στο Δημολιάκι

Αντίγραφο του IMG_2324.JPG
Αντίγραφο του IMG_2321.JPG

Αρχαία δεξαμενή νερού των μεταλλοπλυντήριων στο Δημολιάκι                                                  Ταφικός περίβολος. 4 ος αι. π.Χ.  Δημολιάκι

Αντίγραφο του IMG_2290.JPG
IMG_5743.JPG

Το ελικοειδές πλυντήριο στο Δημολιάκι                                                               

Αντίγραφο του IMG_2294.JPG
Αντίγραφο του IMG_2297.JPG
Αντίγραφο του IMG_2312.JPG

Τμήμα από το συγκρότημα πλυντηρίων μεταλλεύματος ελικοειδές πλυντήριο στο Δημολιάκι

Αντίγραφο του IMG_2320.JPG
Αντίγραφο του IMG_2289.JPG

Δεξαμενή νερού των μεταλλοπλυντήριων στο Δημολιάκι                                                 

c3edeca607ebdfc6d18aaedeb01b0199.jpg

Αναπαράσταση της οργάνωσης της εργασίας τήξης γύρω από μια κάμινο στην Πάνορμο (Πουνταζέζα) σχ. Κωνστ. Κονοφάγου

      ΤΗΞΗ ΚΑΙ ΚΥΠΕΛΛΩΣΗ. ΤΕΛΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ

   Τα εμπλουτισμένα και θρυμματισμένο μετάλλευμα κατέληγε στα καμίνια. Από την πρώτη τήξη έπαιρναν τον αργυρούχο μόλυβδο και από την δεύτερη τήξη τον αμιγή μόλυβδο. Στο πρώτο στάδιο τήξης ο αργυρούχος μόλυβδος έρρεε από μια τρύπα στον πυθμένα του καμινιού ενώ συγχρόνως απαλλασσόταν από τα άχρηστα υλικά μετατρέποντάς τα σε σκουριές. Η σκουριά ως ελαφρότερη διαχωριζόταν εύκολα από τον αργυρούχο μόλυβδο. Στη διαδικασία της δεύτερης τήξης χώριζαν τον άργυρο από τον μόλυβδο με την μέθοδο της κυπέλλωσης. Δηλαδή τοποθετούσαν το μέταλλο σε πυρίμαχο αγγείο, σχήματος κυπέλλου. Το κύπελλο εκεί θερμαινόταν μέχρι τους 950°C με τη βοήθεια των φυσητήρων, οπότε ο μόλυβδος οξειδωνόταν και έρεε έξω ως λιθάργυρος. Τον μόλυβδο τον παίρνανε από το λιθάργυρο με ανάτηξη που χυνόταν σε τυποποιημένες χελώνες βάρους 20 κιλών. Η μέθοδος αυτή του διαχωρισμού του αργύρου από το μόλυβδο διατηρήθηκε μέχρι την σύγχρονη εποχή.

Τον μόλυβδο τον χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι στις δομικές κατασκευές. Σύνδεσμοι μολύβδου συγκρατούσαν τους λίθους των κτιρίων, επίσης η σύνδεση των σπονδύλων των κιόνων γινόταν με μόλυβδο, αυξάνοντας την ανθεκτικότητά τους στους σεισμούς. Ο μόλυβδος χρησιμοποιείτο στις βάσεις αγαλμάτων για σταθερότητα, για σφραγίδες, βάρη, αντίβαρα στα υφαντουργεία, βλήματα για σφενδόνες κ.ά.

   Όλες οι εργασίες η εξόρυξη, το πλύσιμο, ο εμπλουτισμός και η τήξη του μεταλλεύματος γινόταν επί τόπου, για να μην επιβαρύνεται το όλο βιομηχανικό έργο με έξοδα μεταφοράς. Η δε μεταφορά των επεξεργασμένων μεταλλικών προϊόντων γινόταν από τα λιμάνια του Θορικού και του Σουνίου.

Αντίγραφο του DSC09236.JPG

Φρεατώδης αρχαία κάμινος τήξης κρατερώματος (μπρούντζου). Από το Αττικό αγγείο του Χυτηρίου, 5ος  π.Χ αιώνας. Αρχ. Μουσ.Βερολίνου

Κ.Γ. Τσαϊμου, ''Αρχαιογνωσία των Μετάλλω

Φρεατώδης κάμινος για τη σφυρηλάτηση του σπογγώδους . Κ.Γ. Τσαϊμου, ''Αρχαιογνωσία των Μετάλλων'' Αρχαία Μεταλλευτική και Μεταλλουργική Τεχνική

Κ.Γ. Τσαϊμου, ''Αρχαιογνωσία των Μετάλλω

Κ.Γ. Τσαϊμου, ''Αρχαιογνωσία των Μετάλλων'' Αρχαία Μεταλλευτική και Μεταλλουργική Τεχνική

bottom of page