ΠΥΛΗ ΚΑΤΑΝΟΥ

ἸΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΡΑΤΥΡΑΣ ΜΕΡΟΣ Α'
Η Εράτυρα είναι μια μεγαλοπρεπής αρχόντισσα κωμόπολη του δήμου Βοῒου, κτισμένη σε ύψος 700-800 μ., στους πρόποδες του όρους Ασκιού (Σινιάτσικου 2011 υψ.). Ονομάζεται επίσης Σέλιτσα. Φωτ. Εratyra.gr
Πρόλογος
Χρησιμοποίησα εμπεριστατωμένες εργασίες –πονήματα του αείμνηστου Γρηγορίου Βέλκου «Η Σέλιτσα και η περιοχή της στο Μακεδονικό Αγώνα», «Τα επώνυμα και τα βαφτιστικά ονόματα της Σέλιτσας (Εράτυρας) 1650-1940», του Αθανασίου Γιομπλάκη «Η Εράτυρα» και του Ιωάννου Νασιοπούλου «Λαογραφικά Εράτυρας».
Εράτυρα στην αρχαιότητα
Το 1930 έγιναν ανασκαφές από τον αρχαιολόγο Αντώνιο Κεραμόπουλο στη Μαγούλα (ύψους 760μ.) πλάι στον ποταμό Μύριχο και αποκαλύφθηκε η αρχαία Εράτυρα. Στη βόρεια πλευρά αποκαλύφθηκε γεωργικός οικισμός, τα δε αρχαιολογικά του ευρήματα μεταφέρθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Βορειότερα στην Παλιόχωρα διασώζονται θεμέλια σπιτιών και πολλά υπολείμματα. Αλλά στον κάμπο γύρω στο λόφο της Μαγούλας, στο χωράφι των αδελφών Ζιάμου, στου Γκαμαγκάρη και στα μαντριά του Κατάνου βρέθηκαν πολλά ευρήματα πήλινα, χάλκινα και σιδερένια όπως πιθάρια, αγάλματα, κύλικες, λυχνάρια, λυχνοστάτες, επιτύμβιες μαρμάρινες πλάκες, υδραγωγούς, τάφοι και πολλά νομίσματα μακεδονικής και ρωμαϊκής εποχής. Τα ευρήματα φυλάγονται στο Δημοτικό Σχολείο Εράτυρας, Λαογραφικό Μουσείο, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Δυστυχώς πολλά αρχαία καταστράφηκαν από το αλέτρι του γεωργού και από τα ρεύματα της βροχής. Για περισσότερες πληροφορίες κλίκ Ανασκαφαί και Ερεύναι εν τη Άνω Μακεδονία Α. Κεραμόπουλος


Κυκλώπεια τείχη Μυκηναϊκής εποχής. Μαγούλα. Εράτυρα.
Στην κορυφή της Μαγούλας σχηματίζεται επίπεδη επιφάνεια 300 τμ. όπου στη θέση της αρχαίας ακροπόλεως τώρα υψώνεται ο Nαός της Αναλήψεως. Σ’ όλο το γύρω σώζονται τα περίφημα «Κτίσματα», υπολείμματα προϊστορικού οχυρώματος με πελασγικά («κυκλώπεια») τείχη του 1200π.Χ.
Κατά τον Στράβωνα και οι σύγχρονοι ιστορικοί - αρχαιολόγοι τοποθετούν την αρχαία Εράτυρα γύρω από τη Μαγούλα, η οποία ήταν στους Μακεδονικούς χρόνους η μεγαλύτερη πόλη της αρχαίας Ελιμείας.
Αυτήν την εποχή των Μακεδόνων βασιλέων συναντούμε πόλεις συγκρατούμενες με συνοχή και κρατική διοίκηση κεντρική, με τα ιερά των Μακεδόνων και τις άλλες εκδηλώσεις.
Κατά μήκος του Μυρίχου ποταμού εκεί που είναι τα εξωκκλήσια του Αγίου Νικολάου και Αγίου Δημητρίου, με τα αιωνόβια δένδρα αποδεικνύεται ότι ήκμασε στην αρχαιότητα. Τα σωζόμενα αστικά ευρήματα είναι τα κτερίσματα από τάφους, υδρόμυλοι, μεγάλες κεραμίδες, υδραγωγούς και άλλα. Στο περιβόλι του Ν. Κουκουλά σώζεται δεξαμενή νερού, Προ ετών γεωργικός εκσκαφέας έφερε στην επιφάνεια μια πλάκα μαρμάρινη δαπέδου, ένα μαρμάρινο Θριγκό ναού και ένα μαρμάρινο θωράκιο. Τα ευρήματα ανήκαν σε βυζαντινό ναό του 9ου αιώνα.
Στα διπλανά χωράφια του Τσιάμου και Παλιομάρκου βρέθηκαν κατά καιρούς νομίσματα Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής εποχής. Στο χωράφι του Υφαντή εκτός από τα νομίσματα και άλλα αντικείμενα μαρτυρούν την έδρα της οικονομικής ζωής του τόπου, ίσως του Ταμείου της περιοχής όπως συνηθίζονταν την αρχαία εποχή. Ο Γ. Μπάτζιος φυτεύοντας το αμπέλι του βρήκε ένα μικρό πιθάρι που είχε μέσα συρμάτινες πόρπες, τις οποίες δώρισε στο Μουσείο όπου και φυλάσσονται. Είναι του 5ου π.Χ. αιώνος.
Επάνω από το Κρυοπήγαδο, σ’ ένα πλάτωμα της βουνοσειράς υπήρχε το «Παλιομανάστηρο» αλλά αθέατο για επισκέπτη που θα ερχόταν από τα Καζανάκια προς την Παλιοκόζανη. Σε απόσταση 100-200 μέτρων υπάρχει και νερό. Το Μοναστήρι καταστράφηκε από τους Τούρκους και το χρόνο
Εκτός από τα αρχαιολογικά στοιχεία, διασώζεται και η προφορική παράδοση που αφηγείται γεγονότα και αναμνήσεις μέχρι σήμερα. Πολύ πιθανόν το Μοναστήρι αυτό να μετατοπίσθηκε νοτιότερα στη σημερινή θέση του Αγίου Αθανασίου. Νοτιότερα απο το Παλιομανάστηρο, στην αρχή της κατωφέρειας προς το Κρυοπήγαδο, υπάρχουν τρεις μεγάλοι βράχοι ύψους 3 μέτρων με ανάλογο φάρδος. Οι δύο είναι πεσμένοι, αλλά ο ένας διασώζεται όρθιος. Οι τρεις μεταφερμένοι βράχοι ήταν προφανώς για να προφυλάγουν τη μοναδική διάβαση. Πιο πέρα, προς τη θέση Κερασιά, υπάρχει χώρος ορθογώνιος 30-40 τετραγωνικών μέτρων με εγχώριο μαρμαρογρανίτη. Η περιοχή αυτή κρύβει μυστικά μιας προϊστορικής εποχής.
Η πεδιάδα της Εράτυρας έχει φυσική οχύρωση από τα βουνά που την περιβάλλουν. Εκτός αυτής της φυσικής οχυρώσεως είχε και μια σειρά φρουρίων που καταλάμβαναν όλα τα δεσπόζοντα σημεία των διαβάσεων και των κλεισωρειών. Τα κτίσματα είναι τείχη κατασκευασμένα από λαξευμένους τιτανόλιθους προσαρμοσμένους χωρίς συνδετική ουσία. Τα φρούρια είναι κατασκευασμένα πολύ νωρίτερα από την περίοδο των Μακεδόνων βασιλέων. Όλες οι ορεινές προσβάσεις ήταν οχυρωμένες και αυτή η ασφάλεια μεγαλούργησε τον πολιτισμό της. Στον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των Ρωμαίων στρατηγών Δομιτιανού και Σκιπίωνος πυρπολήθηκε η Εράτυρα το 48 π.Χ.
Ο Αντώνης σε σύγκριση με τους ογκόλιθους. 1979

Το Άσκιο ή Σινιάτσικο βουνό της δυτικής Μακεδονίας στα 2.111 μέτρα. Η δυτική-βορειοδυτική και ανατολική-βορειοανατολική πλευρά καλύπτονται με δάση, ενώ αντίθετα στα νότια το Άσκιο είναι Βραχώδες. Από βορά προς νότο υπάρχουν οι εξής οικισμοί: Βλάστη, Νάματα, Σισάνι, Δρυόβουνο, Πελεκάνος, Εράτυρα (Σέλιτσα), Γαλατινή, Καλονέρι, Μικρόκαστρο, και Σιάτιστα, Ανατολικά Φούφας, Μηλοχώρι, Ανναράχη, Κρυόβρυση, Άδρασσα, Ασβεστόπετρα, Λιβερά, Σιδεράς, Λυγεριά, Καλαμιά, Αλωνάκια, Σκήτη. Φωτ. Eratyra.gr

Βυζαντινή Εποχή
Κατά τη Βυζαντινή εποχή έγιναν πολλές βαρβαρικές καταστροφικές επιδρομές. Το έτος 395-396 μ.Χ. οι Γότθοι με τον Αλάριχο κατέστρεψαν τα πάντα στη Μακεδονία και τη Θράκη. Αργότερα το 460 μ.Χ. νέα στίφη Γότθων με τον Θευδέριχο λεηλάτησαν τα μέρη της Μακεδονίας, όπως έκαμαν και το 479 μ.Χ.. Το 499 μ.Χ., οι Ούννοι, Σλάβοι, και άλλα γερμανικά φύλα έκαμαν επιδρομές και λεηλασίες στη Μακεδονία και την Ήπειρο. Για να αναχαιτίσει τις επιδρομές ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός (527-565), οχύρωσε το κράτος με πύργους και φρούρια και ανασυγκρότησε τα υπάρχοντα «κτίσματα» κατεστραμμένα από τις βαρβαρικές επιδρομές. Τα φρούρια και οι οχυρώσεις στη γύρω περιοχή χρησιμοποιούνταν για την ασφάλεια του τόπου. Τα φρούρια αυτά καταστράφηκαν επί του Βασιλείου Β ́ Βουλγαροκτόνου, διότι με τις επιδρομές των Βουλγάρων, περί τα τέλη του 10ου αιώνα, μετατρέπονταν σε ορμητήριά των. Οι επιδρομές στο δύσμοιρο αυτόν τόπο συνεχίστηκαν και κατά τον 11ο αιώνα και εξής με τους Σταυροφόρους, τους Σέρβους και άλλους επιδρομείς. Η καταστροφή και η ερήμωση σαν αποτέλεσμα να μην απομείνουν γραπτά μνημεία. Οι μοναδικές μαρτυρίες που διασώθηκαν είναι τα μισογκρεμισμένα κάστρα και φρούρια. Επίσης τα Μοναστήρια της Μεταμορφώσεως Δρυοβούνου, (11ον αιώνα), της Αγίας Παρασκευής Φλαμουριάς (14ο αιώνα), το παλιοκκλήσι του Βαρκού, που από τις πλάκες που διασώθηκαν πρέπει να είναι του 8-9ου αιώνα. Οι εκκλησίες λόγω της απρόσιτης θέσης, εξασφάλιζαν για σωτηρία τα γυναικόπαιδα της περιοχής. Άλλωστε τα απρόσιτα αυτά μέρη του Συνάσκιου έγιναν σωτήρια καταφύγια στην περίοδο της Κατοχής.


Βασίλειος Β ο Βουλγαροκτόνος. Ιερά Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Δρυοβούνου. Φωτ. Eratyra.gr
Ετυμολογία,Γλωσσολογικές και Ανθρωπολογικές Παρατηρήσεις από την Εράτυρα
Αξίζει να σημειώσουμε ότι Εράτυρα σημαίνει οχυρό από το ρήμα ερατύω = αποκρούω, αναχαιτίζω τον εχθρό. Άλλωστε τα απρόσιτα μέρη της Εράτυρας έγιναν καταφύγια.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας η Εράτυρα ονομάζονταν Σέλιτσα. Το 16ον αιώνα στον περίφημο κώδικα της Μονής της Ζάβορδας συναντάμε το όνομα Σέλιτσα και ονόματα των αφιερωτών από τη Σέλιτσα. Αναφέρεται δε ότι το 1390 εγκαταστάθηκαν κατατρεγμένοι Έλληνες από την Ήπειρο. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την ετυμολογία Σέλιτσα ή Σέλτσα. Το πιο φυσικό και πιο λογικό είναι από το βυζαντινό τοπωνύμιο και σημαίνει «βουνοραχούλα» από το Σέλα και το υποκοριστικό Σέλιτσα (- τζα). Δηλαδή μικρή σέλα ο τόπος που μοιάζει με σέλα. Πράγματι ο επισκέπτης, παρατηρώντας από κάποια απόσταση την Εράτυρα, βλέπει την τοποθεσία, όπου είναι κτισμένη στη ράχη βουνού που μοιάζει με σέλα αλόγου. Ετυμολογούμαι τη λέξη «Σέλτσα-Σέλιτσα» επειδή πολλές οικογένειες που εγκαταστάθηκαν στη Σέλιτσα κατάγονταν από τη Βόρεια Ήπειρο. Διαπιστώνουμε ότι οι Βορειοηπειρώτες Έλληνες στην Αλβανική γλώσσα Σέλτσα σημαίνει μπαξές, λαχανόκηπος, καλό χωράφι. Εντοπίσαμε μάλιστα τέσσερα τοπωνύμια με το όνομα Σέλιτσα και Σέλτσα στην Αλβανία (Βόρεια Ήπειρος). Ένα στην περιοχή της πόλης Φίερ που είναι στην κυριολεξία λαχανόκηπος, ένα στην περιοχή της αρχαίας Απολλωνίας με πράγματι εύφορα χωράφια, και δύο στην περιοχή Αργυροκάστρου.
Είναι πασίγνωστο στη Δυτική Μακεδονία ανέκαθεν η Σέλιτσα (Εράτυρα) φημιζόταν για τους πολλούς κήπους και εξακολουθεί να παράγει και να προμηθεύει λαχανοκομικών προϊόντων στα Γρεβενά, Σιάτιστα,Τσοτύλιο και στη γύρω περιοχή.
Κάποιοι «άγνωστοι εισηγηταί» της Επιτροπής ονοματοθεσίας κάπως βιαστικά αποφάνθηκαν ότι to Σέλιτσα ήταν σλαβωνύμιο από το Selo (σλαβική λέξη) = χωριό και την κατάληξη --ίτσα, δηλαδή Selitsa = μικρό χωριό. Με βάση τις επιστημονικά τεκμηριωμένες ιστορικές αλήθειες διατυπώνει κανείς με σιγουριά τα εξής συμπεράσματα:
α) Από την προϊστορία μέχρι σήμερα όπου υπάρχει η Εράτυρα κατοικήθηκε συνεχώς από ελληνικά φύλα και ουδέποτε υπήρξε έρημο.
β) Από καμιά πηγή δεν προκύπτει ότι στο βουνό Σινιάτσικο, ομαδική και μόνιμη εγκατάσταση Σλάβων. Αντίθετα μάλιστα
Όλες οι μαρτυρίες (έγκυρες και αξιόπιστες) λένε ότι τόσο στη Σέλιτσα όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης έχουμε ομαδικές μεταναστεύσεις και μόνιμη εγκατάσταση μόνον Ηπειρωτών και Κουτσόβλαχων, στη διάρκεια των βυζαντινών χρόνων. Κι ακόμη δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι οι Επαρχίες Γρεβενών και Σισανίου, μαζί με την Αλβανία, που υπάγονταν στη δικαιοδοσία της Αρχιεπισκοπής Αχριδών, η οποία ιδρύθηκε από τον Ιουστινιανό, βρισκόταν στην πρώτη πολιτιστική ζώνη, όπου επικρατούσε μόνον η ελληνική παιδεία.
γ) ότι η Σέλιτσα είναι οικισμός του 15ου αιώνα, που ιδρύθηκε από καθαρά ελληνικής οικογένειες κάτω από συνθήκες φόβου, τρόμου και αβεβαιότητας εξαιτίας της τουρκικής σκλαβιάς.
δ) ότι όλα τα γύρω από τη Σέλτσα χωριά μετά την ερήμωση των οποίων ιδρύθηκε το νέο χωριό, δηλαδή η Σέλτσα, ήταν αμιγείς ελληνικοί οικισμοί.
ε) ότι από την ίδρυσή της μέχρι σήμερα η Σέλιτσα ήταν καθαρό ελληνοχώρι, στο οποίο δεν υπήρχε ούτε μία οικογένεια τούρκικη, πολύ δε περισσότερο Σλαβική. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι περί το 1720—1730 οι μόνοι Τούρκοι που υπήρχαν στη Σέλιτσα ήταν ο Ζαμπίτης (αστυνόμος) και δύο Ζαπτιέδες (χωροφύλακες), που έμεναν στο ίδιο κτίριο όπου στεγάζεται και σήμερα ο Σταθμός Χωροφυλακής Ερατύρας.
Οι Σελιτσιώτες ήρθαν σε επαφή με τους Τούρκους, τους Βλάχους και τους Αρβανίτες που μας διαφωτίζουν για την προέλευση των ανθρωπωνύμων και των περιοχών. Ενώ εντυπωσιακή είναι η έλλειψη σλαβικής προέλευσης. Από την μακρόχρονη συμβίωση και επιμειξία μεταξύ ντόπιων Mακεδόνων, Bλάχων, Βορειοηπειρωτών και Θεσσαλών, δημιουργήθηκε έναν αξιόλογο ανθρωπολογικό πολιτισμό. Για παράδειγμα, στα βαπτιστικά, στα έθιμα βλέπει κανείς να συνυπάρχουν τα κουτσοβλάχικα και τα ηπειρώτικα υποκοριστικά με τα ντόπια.
Μέσα στα σκοτεινά χρόνια της σκλαβιάς, δεκάδες οικογένειες κατάφεραν, κυρίως μετά το 1700, να αναπτύξουν σπουδαίο εμπόριο με την Αυστρο—Ουγγαρία και να πλουτίσουν αρκετά. Μεταξύ το 1650—1750 υπήρξε ο «ο χρυσός αιώνας » της Σέλιτσας με πληθυσμό 5.000 ατόμων.
Οι εργατικοί και φιλοπροοδευτικοί Ερατυρείς, το κλίμα και το κατάλληλο έδαφος, στάθηκαν ευνοϊκές παράγοντες για την ανάπτυξη της γεωργίας, της αμπελουργίας, κηπουρικής, μελισσοκομίας,, σηροτροφίας, κτηνοτροφίας, και με κερδοφόρα επαγγέλματα όπως η γουναρική, η βυρσοδεψία, η σαπουνοποῒα, η κηροπλαστική, οι υδρόμυλοι, οι υδροτριβές, το εμπόριο κάθε άλλου προϊόντος, κρασιού, σιταριού, μάλλινων και βαμβακερών υφασμάτων και νημάτων, χρυσού κ.λπ.

