ΠΥΛΗ ΚΑΤΑΝΟΥ
Η νύμφη Έρκυνα είναι και σήμερα παρούσα μέσα στα νερά....
ΤΟ ΤΡΟΦΩΝΙΟ ΜΑΝΤΕΙΟ
Ένα από τα λιγότερα γνωστά μαντεία της αρχαιότητος, αν και το πιο αξιοπερίεργο ίσως απ’ όλα, είναι το Τροφώνιο Μαντείο. Δεν μοιάζει με κανένα από τα άλλα. Σ’ αυτό δεν έδινε τους χρησμούς κάποια Σίβυλλα (όπως στους Δελφούς) ούτε ένας ιερέας βασιζόμενος σε οιωνούς του θεού (όπως στην Δωδώνη) ούτε καν ελάμβανε ο χρηστηριαζόμενος θεία μηνύματα στον ύπνο του κατά την «εγκοίμηση»του (όπως στο Αμφιαράειο).
Η ιδιαιτερότητά του όμως έγκειται στο γεγονός, ότι ήταν "αυτόφωνο" - ο χρηστηριαζόμενος μπορούσε δηλαδή να ακούσει ο ίδιος την φωνή του πνεύματος να ομιλεί, χωρίς να είναι σε κατάσταση εγκοιμήσεως, ή μπορούσε ακόμη να δει φοβερά οράματα, όντας σε πλήρη εγρήγορση!
Το Τροφώνιο Μαντείο βρίσκεται στις παρυφές της Λειβαδιάς, εκεί που αναβλύζουν οι πηγές της Έρκυνας, του ωραίου ποταμού που διασχίζει την πόλη. Περιστοιχισμένος από το μεγάλο φαράγγι του ποταμού υψώνεται εκεί ο κατάφυτος Τροφώνιος λόφος, στην κορυφή του οποίου λειτουργούσε το μυστηριώδες Μαντείο. Ολόκληρη η περιοχή αποτελεί ένα φυσιολατρικό αξιοθέατο, γεμάτη ψηλόκορμα πεύκα, νερά, υδρόμυλους, τοξοειδή γεφύρια και χώρους αναψυχής, μια περιοχή η οποία με την ειδυλλιακή μορφή της δεν επιτρέπει στον σύγχρονο επισκέπτη να αναλογισθεί, ότι στον ίδιο τόπο λειτουργούσε κάποτε επί αιώνες ένα υπόγειο Μαντείο, που ήταν τόσο υποβλητικό, ώστε οι χρηστηριαζόμενοι μετά την επίσκεψή τους σ’ αυτό να χάνουν τα λόγια τους και το γέλιο τους. Διότι από τους αρχαίους συγγραφείς μαρτυρείται, ότι όποιος εισερχόταν στο Μαντείο τούτο, έχανε για λίγο καιρό τον εαυτό του και πάθαινε κάποια κατάθλιψη – για όποιον ήταν σκυθρωπός, υπήρχε η ρήση «εκ Τροφωνίου μεμαντεύεται». Το μόνο που υπενθυμίζει στον σημερινό επισκέπτη ότι ο τόπος ήταν κάποτε ιερός, είναι οι έγγλυφες κόγχες που υπάρχουν στον βράχο, διπλά στις πηγές της Έρκυνας. Σ’ αυτές τις κόγχες υπήρχαν άλλοτε αγάλματα του τιμωμένου ήρωος, του Τροφωνίου και της Έρκυνας. Η Έρκυνα ήταν αρχαία νύμφη, φίλη της Περσεφόνης. Ο μύθος λέει γι’ αυτήν, ότι καθώς έπαιζε με μία χήνα, αυτή κρύφτηκε κάτω από μια πέτρα και μόλις ανασήκωσε την πέτρα να την βρει, ανάβλυσε το νερό της πηγής.
Δεν ήταν απλό, να επισκεφθεί κανείς ένα μαντείο και να πάρει χρησμό. Χρειαζόταν προετοιμασία ημερών, ώστε να καθαρθεί και σωματικά και ψυχικά. Στο Μαντείο διέμενε ο χρηστηριαζόμενος πρώτα σ’ ένα οίκημα, όπου προσευχόταν και έκανε λουτρά στο ψυχρό νερό του ποταμού. Κατόπιν προσέφερε θυσίες στον Τροφώνιο και στους θεούς Δία, Ήρα, Κρόνο, Απόλλωνα και Δήμητρα, ενώ ένας μάντης – οιωνοσκόπος έλεγχε τα σπλάχνα των θυσιών, για να δει, αν οι θυσίες γίνονταν ευμενώς δεκτές από τους θεούς. Τελευταία, θυσιαζόταν ένας κριός στον λεγόμενο "Λάκκο του Αγαμήδη", όπου ήταν η είσοδος του Μαντείου. Την κρίσιμη αυτή νύχτα, πριν την κάθοδο στο Μαντείο, οδηγείτο ο χρηστηριαζόμενος στην Έρκυνα, όπου δυο παιδιά τον έλουζαν, και κατόπιν ντυμένος μ’ ένα μόνο λινό χιτώνα έπινε νερό από τις δύο πηγές που ήταν δίπλα. Η μια λεγόταν πηγή της Λήθης, για να ξεχάσει ο χρηστηριαζόμενος ό,τι τον βάραινε και η άλλη της Μνημοσύνης, για να θυμάται ό,τι δει και ακούσει στο Μαντείο. Πηγαίνοντας πάλι με συνοδεία στο Μαντείο, έκανε μια τελευταία προσευχή εμπρός σ’ ένα άγαλμα του Διός, έργο του Δαιδάλου. Και έφθανε πια η στιγμή να κατεβεί στον λάκκο του Αγαμήδη, για να εισχωρήσει, μόνος του τώρα, στα βάθη του υπόγειου Μαντείου.
Ο Τροφώνιος λόφος μπροστά στο απόκρημνο φαράγγι της Έρκυνας
Τα νερά των πηγών ρέουν σ' ένα ειδυλλιακό τοπίο
Το Τροφώνιο Μαντείο δεν ήταν από τα αρχαιότερα στην Ελλάδα. Το όνομά του το οφείλει στον ήρωα Τροφώνιο, ο οποίος μαζί με τον αδελφό του Αγαμήδη είχαν ανεγείρει τον ναό του Απόλλωνος στους Δελφούς. . Όπως μας λέει ο Πίνδαρος, ιερέας κι αυτός στο Δελφικό μαντείο, όταν οι αδελφοί τελείωσαν την ανέγερση του ναού και εζήτησαν από τον Απόλλωνα μια ανταμοιβή, ο χρησμός είπε ότι θα τους δοθεί σε επτά ημέρες και αυτοί ήλθαν σ' αυτόν τον απόκρημνο λόφο, όπου την εβδόμη ημέρα απεβίωσαν. Λέγεται ότι ο Τροφώνιος είχε εισχωρήσει σε ένα σπήλαιο του λόφου, όπου τον βρήκε ο θάνατος και το πνεύμα του έκτοτε εστοίχισε τον λόφο.
Επειδή δεν λείπουν οι κακιές γλώσσες (ούτε στην αρχαία εποχή), κυκλοφόρησε και μία άλλη ιστορία. Σύμφωνα μ' αυτήν, κάποιος πλούσιος τους είχε αναθέσει να του κτίσουν ένα απόρθητο θησαυροφυλάκιο. Ο Τροφώνιος όμως το
Georgia Italic is a delicate font and takes inspiration from calligraphy. Use it to emphasize small sections of text in paragraphs.
κατασκεύασε έτσι, ώστε να μπορεί κάποιος από έξω, αφαιρώντας έναν λίθο, να εισέρχεται μέσα. Έκτοτε οι αδελφοί έμπαιναν κρυφά αφαιρώντας θησαυρούς, μέχρις ότου ο πλούσιος αντιληφθείς τις κλοπές και αδυνατώντας να βρει τον τρόπο εισόδου των κλεπτών, έστησε παγίδα. Όταν λοιπόν ο Αγαμήδης πιάστηκε από την παγίδα, αναγκάστηκε ο Τροφώνιος να τον αποκεφαλίσει και να συναποκομίσει το κεφάλι του, για να μην αποκαλυφθεί η ταυτότητά τους. Η ιστορία όμως είναι συκοφαντική, αφού το περιστατικό αυτό ήταν παλιό: Είχε λάβει χώραν άλλοτε στην Αίγυπτο από δύο αδέλφια, όπως μας το περιγράφει ο Ηρόδοτος (Β.121).
Ο Τροφώνιος κι ο Αγαμήδης ήσαν αρχιτέκτονες, γιοί του Εργίνου, του βασιλέως του Ορχομενού, αλλά και τόσο ευσεβείς, ώστε αφιερωμένοι στους θεούς δεν νυμφεύθηκαν, αφήνοντας ολόκληρο τον θρόνο της πόλεως. Λέγεται μάλιστα, ότι ο Τροφώνιος και πριν κτίσει τον ναό των Δελφών, λειτουργούσε ως μάντις στον ίδιο αγαπημένο του λόφο, εκεί όπου αργότερα επρόκειτο να πεθάνει και να ιδρυθεί το Μαντείο του.
Έγγλυφες κόγχες στον βράχο, διπλά στις πηγές της Έρκυνας
Οι πηγές της Λήθης και της Μνημοσύνης
Για την ιστορία ιδρύσεως του Μαντείου μας πληροφορεί ο Παυσανίας. Κάποτε, λέγει, επικράτησε μεγάλη ανομβρία και πήγαν να ζητήσουν βοήθεια από το μαντείο των Δελφών, οπότε ο χρησμός τους υπόδειξε να αποταθούν στον ήρωα Τροφώνιο. Ήλθαν έτσι διάφοροι θεωροί στον λόφο του της Λειβαδιάς, ψάχνοντας να βρουν, πως θα τους βοηθήσει το πνεύμα του Τροφωνίου. Τότε κάποιος ονόματι Σάων, είδε ένα σμήνος μελισσών να εξαφανίζεται σε μια γήινη τρύπα- μπαίνοντας κι αυτός εκεί, ανακάλυψε το υπόγειο σπήλαιο, που έκτοτε κατέστη ένα από τα πιο περιώνυμα μαντεία. Η είσοδος στο Μαντείο ήταν δύσκολη. Κατέβαινε κανείς πρώτα στον λάκκο του Αγαμήδη, που είχε μια διάμετρο 3μ. και βάθος περίπου 5μ. Ο λάκκος περιβαλλόταν από μαρμάρινο κρηπίδωμα και διακοσμείτο με χάλκινους στύλους. Η κάθοδος γινόταν με μια λεπτή φορητή σκάλα. Στο βάθος του λάκκου ο χρηστηριαζόμενος έπρεπε να ξαπλώσει ανάσκελα και να χωθεί σε μια στενή τρύπα, βάζοντας πρώτα τα πόδια του. Στα χέρια του κρατούσε μελόπιτες, προσφορά στα φίδια της σπηλιάς, για να μην τον ενοχλούν. Ολισθαίνοντας κατόπιν με ευκολία μέσα στην τρύπα, έφθανε στον μεγάλο υπόγειο χώρο. Εκεί έμενε επί ώρες στο απόλυτο σκοτάδι, περιμένοντας την εμφάνιση του "δαίμονος". Η παραμονή μέσα στο σπήλαιο του Μαντείου μπορούσε να κρατήσει πολύ- μερικοί έμεναν ολόκληρες ημέρες. Η επίσκεψη στο σκοτεινό μαντείο δεν είχε δυσάρεστα απρόοπτα. Μόνον μια περίπτωση θανάτου αναφέρεται, όταν κάποιος ακόλουθος του Δημητρίου Πολιορκητού μπήκε για να ψάξει, νομίζοντας ότι θα βρει χρυσά αναθήματα, και χάθηκε. Μετά από πολύν καιρό βρέθηκε το σώμα του γκρεμισμένο από κάποιο άλλο μέρος του λόφου.
Στην έξοδό του από το Μαντείο ο χρηστηριασθείς παραλαμβανόταν από ιερείς, που τον οδηγούσαν σε ένα δώμα, όπου έμεναν μαζί του για να συνέλθει. Σ' αυτό το δώμα διηγείτο στους ιερείς τα διατρέξαντα, τι είδε και τι άκουσε, οι δε ιερείς του υπενθύμιζαν την υποχρέωσή του, να μην διηγηθεί σε κανέναν άλλον τα φοβερά ακούσματα. Λέγεται πάντως, ότι μέσα στο σκοτάδι άκουγε ξάφνου κανείς μια φωνή να του ομιλεί και να του απαντά σ' αυτά που σκεπτόταν. Όσοι θέλησαν να στραφούν προς την φωνή, διαπίστωσαν ότι ο λαιμός τους δεν τους υπάκουε. Πολλοί έβλεπαν ταυτόχρονα και οράματα συγκλονιστικά, που τους έκαναν να χάνουν τη φωνή τους. Οι χρησμοί του Μαντείου έμεναν απόρρητοι. Μεταξύ των χρηστηριασθέντων ήταν κι ο Παυσανίας-περιγραφή (Βοιωτ.39)- αποφεύγοντας κι αυτός να μας πει τον χρησμό. Ο θαυμασμός του όμως είναι έκδηλος, όταν αναφέρει πως ο Τροφώνιος ήταν γιός του Εργίνου, για να προσθέσει : «Λέγεται όμως ότι πράγματι ήταν γιός του Απόλλωνος. Αυτό πιστεύω και εγώ και όποιος επήγε στο Τροφώνιο για να λάβει μαντεία».
Ο ανώγειος βυζαντινός ναός πάνω από τον λάκκο του Αγαμήδη. Αριστερά κατάλοιπα του μεσαιωνικού κάστρου.
Ο υπερμεγέθης ναός του Τροφωνίου Διός που έμεινε ημιτελής
Τομή του λειβαδιακού μαντείου του Τροφωνίου βασισμένη στην περιγραφή του Παυσανία, Εκδ. Αθηνών
Το Τροφώνιο Μαντείο λειτουργούσε ως την Βυζαντινή εποχή. Ήταν από τα τελευταία που κατέστρεψε ο φανατισμός της εποχής. Στο λόφο υπήρχαν πολλοί ναοί και αγάλματα. Υπήρχε άγαλμα του Τροφωνίου, έργο του Πραξιτέλους, ναός του Απόλλωνος, ναός της Δήμητρος-Ευρώπης (που θεωρείται τροφός του Τροφωνίου) και ένας άλλος ναός με αγάλματα του Διός, της Ήρας και του Κρόνου. . Στο άλλο άκρο του λόφου είχε αρχίσει στην Ελληνιστική εποχή να ανεγείρεται κι ένας μεγάλος ναός του Διός, που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Στην ολοκληρωτική καταστροφή του χώρου συνέβαλαν και οι Καταλανοί, όταν έχτισαν εκεί επί Φραγκοκρατίας τείχη και πύργους, χρησιμοποιώντας λίθους των αρχαίων ναών.
Πολλοί έχουν ερευνήσει τον λόφο, για να εντοπίσουν τον ακριβή χώρο του Μαντείου, αλλά μάταια. Εν τούτοις, ο αείμνηστος φίλος και ερευνητής Δημήτρης Δημόπουλος πιστεύει, ότι η αναζητούμενη θέση είναι εμφανής. Ακριβώς στην κορυφή του λόφου (ο Παυσανίας μας λέει πως το μαντείο ήταν "υπεράνω του όρους") έχει ανεγερθεί βυζαντινός ναός, αδιάψευστη μαρτυρία, σύμφωνα με την τότε συνήθεια, της ιερής θέσεως. Ο συγκεκριμένος μάλιστα ναός έχει την μοναδική ιδιαιτερότητα, να είναι διώροφος: Υπάρχει ο ισόγειος ναός της Αγ. Σοφίας και από κάτω ο υπόγειος ναός της Αγίας Βαρβάρας.
Οι διαστάσεις δε του υπογείου ναού έχουν ακριβώς τις διαστάσεις του λάκκου του Αγαμήδη που δίνει ο Παυσανίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι από εκεί (από το ιερό της Αγίας Βαρβάρας) ξεκινούσε η οπή, που οδηγούσε στο υπόγειο σπήλαιο-μαντείο. Πράγματι, σε απόσταση 25-30 μ. από τον βυζαντινό ναό αρχίζει μια απότομη κατωφέρεια του εδάφους, η οποία δείχνει την θέση που ήταν άλλοτε το υπόγειο Μαντείο. Προφανώς, στην εποχή του φανατισμού ο χώρος είχε πλήρως ανασκαφεί, ώστε τίποτε να μη μείνει από το ιερό σπήλαιο.
Ιδιομορφία του Μαντείου αποτελεί το γεγονός, ότι ήταν σπηλαιώδες, κάτι που δεν συνηθιζόταν στην Ελλάδα μετά την επικράτηση της Ολυμπιακής θρησκείας. Σε πανάρχαιες εποχές, όταν η θεά Γη ήταν η εξάρχουσα, τα σπηλαιώδη μαντεία ήταν ο κανόνας- είτε αυτά λειτουργούσαν τότε ως Νυμφαία είτε ως Εγκοιμητήρια. Η ίδρυση όμως υπογείου μαντικού χώρου σε όψιμη εποχή, και μάλιστα με την προτροπή του Απόλλωνος αποτελεί όντως την μεγάλη ιδιαιτερότητα του Τροφωνίου, που συνδέει έτσι την προ-ολυμπιακή με την ολυμπιακή θρησκευτική εποχή. Γι' αυτό βλέπουμε να τιμάται στον χώρο η Γη-Μήτηρ (Δημήτηρ) ως τροφός του Τροφωνίου παράλληλα με τον θεό Δία, έτσι ώστε το Μαντείο να ονομάζεται του "Τροφωνίου Διός".
Βιβλιογραφία: "Στο άδυτο των ελληνικών Μαντείων"
Δημήτριος Δημόπουλος. Εκδ. Ελεύθερη Σκέψις 2000
Παυσανίου "Βοιωτικά". Εκδοτική Αθηνών.
Το παρών κείμενο εκδόθηκε στο "ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ Τεύχος 21, 2001
Μεσαιωνικός πύργος του κάστρου της Λειβαδιάς υψώνεται από τις πηγές.
Το ανάγλυφο είναι αφιερωμένο στον Τροφώνιο. Η Κυβέλη απεικονίζεται στα αριστερά καθισμένη σε θρόνο με την ιέρειά της, κρατώντας κλειδί. Η φιγούρα δίπλα της με το κεφάλι που καλύπτεται είναι ίσως ο μυημένος. Ακολουθεί ο Διονύσιος που κρατά έναν καντάρο και έναν κάνθαρο και θυρσό. Ο Πάν παίζει τον αυλό και η Εκάτη κρατά δύο δάδες οι οποίες συμβολίζουν την σοφία και το φως. Στο κέντρο του ανάγλυφου βρίσκεται ο Τροφώνιος που περιβάλλεται από φίδια και κρατάει ένα κέρατο. Στα αριστερά του, πίσω από ένα βωμό που φέρει προσφορές είναι οι τρεις Κουρήτες, κρατώντας ασπίδες. Οι Διόσκουροι απεικονίζονται στο δεξιό άκρο, φορώντας το πιλότο στο κεφάλι τους, με τέσσερις πιστούς σε πολύ μικρή κλίμακα. 350-325 π.Χ. Εθνικό Μουσείο Αθηνών